Διαβάστε το εδώ παρακαλώ. Καλή ανάσταση!
Νεανική περιπέτεια φαντασίας ― ΠΡΟΣΟΧΗ: Όποιος διαβάσει αυτό το βιβλίο θα έχει μυηθεί σε μιαν απαγορευμένη γνώση.
Διαβάστε το εδώ παρακαλώ. Καλή ανάσταση!
«Αγιασθήτω το όνομά σου». Το ζητάω, γιατί δεν το βρίσκω μέσα μου...
Αγίου Ιγνατίου Μπριαντσανίνωφ
Στους αμαρτωλούς, λοιπόν, δόθηκε η Κυριακή Προσευχή [=το "Πάτερ ημών"].
Αυτοί διδάσκονται να ζητούν πρώτα απ’ όλα από τον Θεό, τον Πατέρα τους, να αναγνωρίζεται η αγιότητά Του, να δοξάζεται το όνομά Του: «αγιασθήτω το όνομά σου». Μ’ αυτό το αίτημα ο άνθρωπος ομολογεί ότι είναι αμαρτωλός, πεσμένος, και ζητάει τη δωρεά της αληθινής μετάνοιας.
«Αγιασθήτω το όνομά σου» στον ναό της ψυχής μου. Το ζητάω αυτό, γιατί δεν το βρίσκω μέσα μου. Το αντίθετο βρίσκω: Θλιβερή υποδούλωση στην αμαρτία και στα πονηρά πνεύματα, τα πνεύματα που επινόησαν την αμαρτία, με μόλυναν με την αμαρτία, με αιχμαλώτισαν και εξακολουθούν να με κρατούν αιχμάλωτο μέσω της αμαρτίας. Στην ψυχή μου φωλιάζουν λογισμοί κακοί και αισθήματα εμπαθή. Μπαίνουν, άραγε, απ’ έξω ή γεννιούνται μέσα της; Δεν ξέρω. Αυτό που ξέρω είναι ότι εμφανίζονται ανεμπόδιστα και εγκαθίστανται κυριαρχικά. Δεν έχω τη δύναμη να απομακρύνω τέτοιους λογισμούς και τέτοια αισθήματα, αν και γνωρίζω ότι παροργίζουν τον Θεό, που τα αποστρέφεται, καθώς μ’ αυτά βλασφημείται το πανάγιο όνομά Του. Εξαιτίας τους παραμένω αλλότριος του Θεού. Μου χρειάζεται εξαγνισμός. Μου χρειάζεται μετάνοια.
Δώσε μου, Πατέρα μου ουράνιε, την παντοδύναμη μετάνοια, για να καθαρίσει τον ναό της ψυχής μου από κάθε ακαθαρσία και δυσωδία, για να με κάνει άξιο της υιοθεσίας Σου, για να με κάνει κάτοικο του ουρανού ήδη από την παρούσα ζωή. «Ως τώρα έρπω στη γη. Ας μπει στην ψυχή μου η αληθινή θεογνωσία. Αυτή ας αγιάσει τον νου μου, την καρδιά μου, όλη τη διαγωγή μου.
«Αγιασθήτω» μέσα μου «το όνομά σου». Να ποιο είναι το νόημα αυτού τού αιτήματος. Μπορούμε και οφείλουμε να επιθυμήσουμε τη μετάνοια και την ψυχική καθαρότητα. Μπορούμε και οφείλουμε να χρησιμοποιηθούμε όλα τα μέσα που εξαρτώνται από μας για την αναζήτησή τους. Η απόκτησή τους, πάντως, δεν εξαρτάται από μας. Είναι δώρο του Θεού. Εμείς πρώτα απ’ όλα πρέπει να προσευχόμαστε στον ουράνιο Πατέρα μας, ώστε Εκείνος να μας στείλει το δώρο της μετάνοιας από τα πνευματικά Του θησαυροφυλάκια, να μας καθαρίσει με τη μετάνοια από τον ρύπο της αμαρτίας και να μας στολίσει με την ευλογημένη καθαρότητα, τη μόνη ικανή να δει τον Θεό, τη μόνη ικανή ν’ αποκτήσει την αληθινή θεογνωσία. «Αγιασθήτω», λοιπόν, «το όνομά σου»!
Η αποφυγή της απογνώσεως
Άγιος Ιωάννης Χρυσόστομος
Το κείμενο που ακολουθεί είναι τόσο γλαφυρό, τόσο αισιόδοξο, τόσο πατρικό. Γραμμένο από τον άγιο Πατέρα με περισσή αγάπη και πόνο, με λαχτάρα και φροντίδα για κάθε άνθρωπο που αμαρτάνει και επαναλαμβάνει τα αμαρτήματα του από αδυναμία. Είναι πολύ ενισχυτικό και μπορεί να παρηγορήσει ακόμη και το μεγαλύτερο αμαρτωλό και να τον ενθαρρύνει να μετανοεί συνεχώς. Άλλωστε αφού αδιάκοπα αμαρτάνουμε όλοι μας, συνεχώς πρέπει και να μετανοούμε μέσα από τα έγκατα της καρδιάς μας.
Παραθέτουμε επίσης στη συνέχεια μία μικρή περικοπή από λόγο του Θεοδωρήτου, Επισκόπου Κύπρου, στον άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο. Η περικοπή διασώζεται στη Μυριόβιβλο του Μεγάλου Φωτίου.
Οι λόγοι της περικοπής εκφράζουν και παρουσιάζουν έντονα τον πλούτο
της αληθινής αγάπης του μεγάλου πατέρα προς το ποίμνιό του. Ιδιαίτερα δε
εκφράζουν την αγάπη του και την άοκνη φροντίδα του για τους πονεμένους,
τους φτωχούς, τους άστεγους.
Κατά τον ιστορικό Παλλάδιο, η καθημερινή φροντίδα του ιερού Χρυσοστόμου
ήταν, «η των χηρών κηδεμονία, η των παρθένων παραμυθία, η των
αρρωστούντων νοσοκομία, η των πλανωμένων επιστροφή, η των συντετριμμένων
φροντίς, η των εν φυλακαίς επίσκεψις».
Αποφυγή της απογνώσεως
«Αν έχεις αμαρτίες, να μην απελπιστείς, αυτά δεν παύω να σας τα λέω συνεχώς, και αν κάθε μέρα αμαρτάνεις, να μετανοείς καθημερινά. Γιατί η μετάνοια είναι το φάρμακο κατά των αμαρτημάτων είναι η προς τον Θεόν παρρησία, είναι όπλο κατά του διαβόλου, είναι η μάχαιρα πού του κόβει το κεφάλι, είναι η ελπίδα της σωτηρίας, είναι η αναίρεση της απογνώσεως. Η μετάνοια μάς ανοίγει τον ουρανό και μάς εισάγει στον Παράδεισο. Γι’ αυτό (σου λέω), είσαι αμαρτωλός; μην απελπίζεσαι. Ίσως βέβαια αναλογιστείς.
Μα τόσα έχω ακούσει στην Εκκλησία και δεν τα ετήρησα. Πώς να εισέλθω και πάλι και πώς και πάλι να ακούσω; Μα γι’ αυτό ακριβώς πρέπει να εισέλθεις επειδή, όσα άκουσες δεν τα ετήρησες. Να τα ξανακούσεις, λοιπόν, και να τα τηρήσεις. Εάν ο ιατρός σου βάλει φάρμακο στην πληγή σου και παρά ταύτα δεν καθαρίσει, την επομένη ημέρα δεν θα σου ξαναβάλει πάλι; Μη ντρέπεσαι, λοιπόν, να ξαναέλθεις στην Εκκλησία. Να ντρέπεσαι όταν πράττεις την αμαρτία. Η αμαρτία είναι το τραύμα και η μετάνοια το φάρμακο. Αν, λοιπόν, έχεις παλιώσει σήμερα από την αμαρτία, να ανακαινίσεις τον εαυτό σου με τη μετάνοια. Και είναι δυνατό, μπορεί να πει κανείς να σωθώ, αφού μετανοήσω; Και βέβαια είναι.
Μα, όλη τη ζωή μου την πέρασα μέσα στις αμαρτίες, και εάν μετανοήσω θα βρω τη σωτηρία; Και βέβαια. Από που γίνεται αυτό φανερό; Από τη φιλανθρωπία του Κυρίου σου… Γιατί η φιλανθρωπία του Θεού δεν έχει μέτρο. Και ούτε μπορεί να ερμηνευτεί με λόγια η πατρική Του αγαθότητα. Σκέψου μια σπίθα πού έπεσε μέσα στη θάλασσα, μήπως μπορεί να σταθεί εκεί ή να φανεί;
Όση σχέση έχει, λοιπόν, μια σπίθα με το πέλαγος, τόση σχέση έχει η αμαρτία σου σε σύγκριση με τη φιλανθρωπία του Θεού. Και καλύτερα, θα έλεγα, όχι τόση, άλλα πιο πολλή. Γιατί το πέλαγος, ακόμη και αν είναι απέραντο, έχει όριο, μέτρο και σύνορα. Η φιλανθρωπία όμως του Θεού είναι απεριόριστη. Γι’ αυτό σου επαναλαμβάνω. Είσαι αμαρτωλός; Μην απελπίζεσαι»
(περικοπή από την 8η ομιλία για τη μετάνοια, PG 49, 337-338).
Το μεγαλείο της αγάπης του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου
(περικοπή από λόγο του Θεοδωρήτου, Επισκόπου Κύπρου, στον άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο)
«Άλλος, λοιπόν, τον πατέρα, τον τραβά αρπάζοντας τον ως βοηθό. Άλλος, πού δικάζεται, τον προσκαλεί για συνήγορο. Άλλος, πού πεινά, τον παρακαλεί για τροφή, ο γυμνός τον παρακαλεί για ένδυμα. Άλλος, παρακαλώντας, του παίρνει ακόμη και τα ρούχα πού φορεί.
Άλλος, πού πενθεί, τον έχει ανάγκη για παρηγοριά. Κάποιος άλλος τον τραβά να επισκεφθεί ασθενείς, ξένος του ζητεί καταφύγιο. Άλλος, πλησιάζοντας τον, κλαίει για κάποιο χρέος. Άλλος τον προσκαλεί για επόπτη και συμφιλιωτή μέσα στο σπίτι του, επειδή υπάρχουν διχόνοιες.
Η χήρα φωνάζει δυνατά το «ελέησον» στον πατέρα. Άλλη θρηνεί για την ορφάνια. Ο δούλος καταφεύγει στην αγάπη του, όταν κλαίει από τη σκληρότητα του κυρίου του. Ο πατέρας έχει κάθε ημέρα αναρίθμητες φροντίδες για τα προβλήματα του καθενός.
Συλλαμβάνεται κάποιος βίαια; τότε ο πατέρας γίνεται συνήγορος. Πείνα μεγάλη βασανίζει τους ανθρώπους; αμέσως τότε ο συνήγορος γίνεται τροφοδότης. Είναι κάποιος άρρωστος; τότε ο τροφοδότης γίνεται γιατρός. Έχει πέσει κάποιος σε πένθος; τότε ο γιατρός βρίσκει τον παρηγορητικό λόγο, για να καταπραΰνει τη θλίψη. Έφτασε η ώρα της φροντίδας για τους ξένους; τότε και ξενοδόχος γίνεται ο πατέρας, πού έχει γίνει τα πάντα, για όλους» (Patrologia Graeca 104, 229-232).
«Όταν στηρίζεσαι σε ανθρώπους είσαι αδύναμος, αλλά εμπιστευόμενος τον Θεό είσαι δυνατός…»
Ομιλία για τη δύναμη του Θεού στην αδυναμία των ανθρώπων – Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς
Στην Αγία Γραφή δεν υπάρχουν αντιφάσεις, ακόμη και σε αυτές τις λέξεις δεν υπάρχουν αντιφάσεις παρόλο που ακούγεται έτσι. Το φυσικό κυβερνάται από τον ήχο και το πνευματικό από τη σκέψη.
Για τον σαρκικό άνθρωπο, υπάρχουν παντού αντιφάσεις γιατί φοβάται τα εμπόδια και φεύγει από τις σκιές εάν του φαίνονται σαν εμπόδιο. Ο πνευματικός άνθρωπος είναι σαν ένας ιππότης, που του αρέσει να ξεπερνάει τα εμπόδια. Για τον πνευματικό άνθρωπο, ολόκληρη η διδασκαλία για τη σωτηρία μας είναι κρυμμένη σε αυτά τα λόγια της Γραφής.
“όταν γαρ ασθενώ, τότε δυνατός ειμι.” Δηλαδή, όταν γνωρίζω την μηδαμινότητα μου και την παντοδυναμία του Θεού, τότε είμαι δυνατός. Όταν γνωρίζω ότι εγώ, από μόνος μου, δεν μπορώ να κάνω κανένα καλό ούτε για τον εαυτό μου ούτε για τους άλλους και όταν εμπιστεύομαι τον εαυτο μου πλήρως στη δύναμη και το έλεος του Θεού, τότε είμαι δυνατός.
Όταν συναισθανθώ ότι είμαι σαν ένας άνθρωπος που πνιγεται σε αυτόν τον κόσμο και πως δεν είμαι σε θέση να πιάσω το εκτεταμένο χέρι του Θεού, και να το κρατήσω με τη δική μου δύναμη, αλλά μάλλον κραυγάζω προς τον Θεό να μου κρατήσει Αυτός το χέρι και να με τραβήξει έξω από τα βάθη της αμαρτωλής αβύσσου, τότε είμαι δυνατός.
Όταν βλέπω ότι είμαι αδύναμος, ότι είμαι ένα κούφιο καλάμι εν μέσω της καταιγίδας των ανέμων και στην πλημμυρα – ένα καλάμι που μόνο ο Θεός μπορεί να το γεμίσει με την Παντοδύναμη Χάρη Του – και όταν προσεύχομαι με πίστη, για τη Χάρη του Θεού, τότε είμαι δυνατός.
Ω, αδύναμοι αδελφοί μου, ας εμπιστευτούμε τους εαυτούς μας στη δύναμη του Θεού, ώστε, μέσα στην μηδαμινότητά μας, να είμαστε δυνατοί.
Όταν στηρίζεσαι σε ανθρώπους είσαι αδύναμος, αλλά εμπιστευόμενος τον Θεό είσαι δυνατός. Προσκολλήσου στον Θεό και όλη η δύναμη του Θεού θα είναι μαζί σου. Ομολόγησε την αδυναμία σου ενώπιον του Θεού και Εκείνος θα σου στείλει την παντοδύναμη Χάρη Του. Το επιβεβαιώνει για σένα ο ίδιος ο απόστολος, μέσω του παραδείγματος του και μέσα από την εμπειρία του λέγοντας: «όταν γαρ ασθενώ, τότε δυνατός ειμί».
Στην πραγματικότητα δεν υπάρχει καμία αντίφαση στην Αγία Γραφή. Ο σαρκικός άνθρωπος μιλά για την αντίφαση με όρους του ήχου των λέξεων, αλλά ο πνευματικός άνθρωπος διεισδύει στο νόημά τους και συντρίβει την ψευδαίσθηση της αντίφασης μέσω της προσωπικής εμπειρίας.
Ω Κύριε, ο αναστάς εκ νεκρών, ελέησέ μας στις αδυναμίες μας και πλημμύρισέ μας με την Παντοδύναμη Χάρη Σου.
Ότι Σοι πρεπει πάσα δόξα, τιμή και προσκύνηση εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.
Από το βιβλίο του Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς, Ο Πρόλογος της Αχρίδος,
Άγιος Γεώργιος ο Κύπριος ο Νεομάρτυρας (23 Απριλίου)
Γεώργιος νυν τω Γεωργίω άμα,
Nέος παλαιώ συνετάχθη ενθάδε.
Ο Άγιος Νεομάρτυρας Γεώργιος καταγόταν από την Κύπρο.
Αφού αναχώρησε από την πατρίδα του έφθασε στην Πτολεμαΐδα της
Παλαιστίνης (σημερινή Άκκρα), όπου υπηρετούσε κοντά σε κάποιο Ευρωπαίο
πρόξενο. Εκεί, προσφέροντας τις υπηρεσίες του προς τον αφέντη του,
επισκεπτόταν συχνά το σπίτι μιας φτωχής μωαμεθανής, η οποία είχε μια
νεαρή θυγατέρα και αγόραζε αυγά. Κάποιες τουρκάλες γειτόνισσες, επειδή ο
Γεώργιος δεν αγόραζε αυγά από αυτές, τον συκοφάντησαν ότι είχε αθέμιτες
σχέσεις με τη νεαρή μωαμεθανή και με κραυγές συγκέντρωσαν μπροστά στο
σπίτι της μωαμεθανής τον τουρκικό όχλο.
Ο Γεώργιος,
διαμαρτυρόμενος για την προσαπτόμενη ψευδή κατηγορία, οδηγήθηκε βίαια
στον ιεροδικαστή. Εκείνος μάταια προσπάθησε να τον πείσει να γίνει
μουσουλμάνος προς αποφυγήν της τιμωρίας. Παρά τις προσπάθειες
του κριτή και τις κολακείες ή φοβέρες του όχλου, ο Μάρτυρας παρέμεινε
αμετάθετος στην πίστη, δηλώνοντας ότι Χριστιανός γεννήθηκε και
Χριστιανός θέλει να πεθάνει.
Τότε ο κριτής διέταξε, το
έτος 1752 μ.Χ., τον θάνατό του. Ο Μάρτυρας Γεώργιος οδηγήθηκε σε τόπο
κοντά στην θάλασσα. Οι δήμιοι ανάγνωσαν την καταδίκη του σε θάνατο και
προσπάθησαν πάλι με κολακείες και υποσχέσεις να επιτύχουν τον
εξισλαμισμό του. Ο Μάρτυς ύψωσε τότε τα αλυσοδεμένα χέρια του στον
ουρανό και ανεβόησε με φωνή μεγάλη: «Κύριε, Ιησού Χριστέ, δέξαι το πνεύμα μου και αξίωσέ με της Βασιλείας Σου»
[βλ. Πράξεις των αποστόλων, 7, 59]. Οι Τούρκοι τον πυροβόλησαν και ορμώντας εναντίον του διαμέλισαν το
τίμιο λείψανό του διά μαχαίρας. Τότε ξαφνικά έγινε θύελλα, που συντάραξε
την θάλασσα. Τα κύματα έφθασαν μέχρι το σημείο όπου έκειτο το ιερό
λείψανο του Αγίου. Οι Τούρκοι φοβούμενοι απομακρύνθηκαν, οι δε
Χριστιανοί παρέλαβαν το σκήνωμα του Μάρτυρος και ενταφίασαν αυτό στο ναό
της Πτολεμαΐδος.
Στις 13 Απριλίου 1967 μ.Χ. τα σεπτά
λείψανα του νεομάρτυρα μεταφέρθηκαν με τιμή στη Λευκωσία της Κύπρου και
τοποθετήθηκαν στον Καθεδρικό Ναό του Αγίου Ιωάννου.
Ο Άγιος Νεομάρτυς Λάζαρος, 23 Απριλίου 1802, Πέργαμος Μ. Ασίας
Ο Άγιος στην καταγωγή ήταν Βούλγαρος από την πόλη Κάμπροβα και οι γονείς του ήσαν ορθόδοξοι Χριστιανοί. Είχε φύγει από την Βουλγαρία και ζούσε στην περιοχή της Περγάμου, σ’ ένα χωριό ονομαζόμενο Σώμα και ήταν βοσκός.
Κάποια μέρα που είχε τα πρόβατά του σ’ ένα υψηλό και έρημο βοσκοτόπι, την ώρα που κοιμόταν, πέρασε τυχαία από εκεί μια Τουρκάλα. Ο σκύλος του κοπαδιού της όρμησε με πολλή αγριότητα. Ο Άγιος ξύπνησε, έτρεξε αμέσως και συγκράτησε τον σκύλο, έτσι η γυναίκα δεν έπαθε τίποτε εκτός από λίγο σκίσιμο στο φόρεμά της.
Η μοχθηρή εκείνη γυναίκα εκείνη τη στιγμή δεν έδειξε πως οργίστηκε, όταν όμως πήγε στον σύζυγό της συκοφάντησε τον Χριστιανό δεινά και θανάσιμα. Ότι ο Άγιος την βίασε σε κείνη την ερημιά και ως απόδειξη έδειχνε το σκισμένο φόρεμά της. Ο σύζυγος άναψε από τον θυμό και έσπευσε να βρει τον δράστη για να τον σκοτώσει. Δεν βρήκε τον Άγιο αλλά τον συνεργάτη του βοσκό, τον οποίο χτύπησε μη γνωρίζοντας τα χαρακτηριστικά του Αγίου. Ευτυχώς το χτύπημα δεν ήταν καίριο και έτσι δεν θανατώθηκε ο βοσκός.
Όταν έμαθε ο δράστης από την σύζυγό του τα χαρακτηριστικά του Αγίου, φοβήθηκε μήπως ο αναίτια πληγωμένος τον καταγγείλει στη δικαιοσύνη και τιμωρηθεί. Πήγε λοιπόν και ξεσήκωσε τους συγγενείς της συζύγου του να πάνε στο δικαστήριο την υπόθεση, μη τυχόν θεωρηθεί πως η γυναίκα του με τη θέλησή της μοιχεύτηκε. Ο Άγιος τα έμαθε όλα αυτά αλλά δεν έφυγε ούτε κρύφτηκε, παρέμεινε στο κοπάδι του, μήπως θεωρηθεί η φυγή του ως επιβεβαίωση ενοχής.
Ο αγάς της περιοχής διέταξε να οδηγηθούν μπροστά του και ο Άγιος και ο πληγωμένος, μαζί με τους κατηγόρους. Ο μεν τραυματισμένος αφέθηκε ελεύθερος, ο δε Άγιος κλείστηκε στη φυλακή. Οι συγγενείς της γυναίκας, επειδή διαδόθηκε η υπόθεση της ατίμωσής της ως πραγματική, έταξαν στον αγά χίλια γρόσια με την απαίτηση ή να τουρκέψει τον Λάζαρο ή να τον κρεμάσει. Ο μεν αγάς πολύ το ήθελε να πάρει τα χίλια γρόσια, όμως ο κατής δεν έδωσε την άδεια ούτε για το ένα ούτε για το άλλο, επειδή υπήρχαν μάρτυρες και από την πλευρά του κατηγορουμένου που απόδειχναν την συκοφαντία. Ο αγάς άφησε κατά μέρος τις μαρτυρίες των άλλων και θέλησε να μάθει την υπόθεση από τον Άγιο. Διέταξε και τον έδειραν στα πόδια για να μαρτυρήσει την αλήθεια. Επειδή όμως τα έλεγε διαφορετικά απ’ ό,τι ήθελε ο αγάς, διέταξε και τον έκλεισαν πάλι στη φυλακή δεμένο με αλυσίδες και τα πόδια στο τουμπρούκι Στο μεταξύ ήρθαν κάποιοι συμπατριώτες του Βούλγαροι,για να του συμπαρασταθούν, όμως ο Άγιος τους είπε να φύγουν, μήπως ο αγάς τους γυρεύει χρήματα για να τον ελευθερώσει.
Εικ. από εδώΈμεινε ο Άγιος μια εβδομάδα βασανιζόμενος στη φυλακή. Ο αγάς στο μεταξύ δαιμονιζόταν διότι κινδύνευε να χάσει τα χίλια γρόσια. Πρόσταξε και τον έφεραν πάλι μπροστά του και προσπαθούσε με χίλιες δυο κολακείες, ταξίματα και τιμές να τον πείσει να γίνει μουσουλμάνος. Επειδή όμως ο Άγιος δεν δεχόταν με τίποτε να αρνηθεί τον Χριστό και ο πασάς έβλεπε να χάνονται τα χρήματα, πρώτον διέταξε να πάνε να πάρουν τα πρόβατα του Αγίου και δεύτερον να τον βασανίσουν μέχρι θανάτου, ενώ ο ίδιος έφυγε να πάει σε κάποια διασκέδαση.
Οι στρατιώτες του αγά, αφού αρχικά μέθυσαν,για να μην ξέρουν τι κάνουν και δείξουν τυχόν συμπόνεση, πύρωσαν σίδερα και έκαιγαν άσπλαχνα ένα προς ένα τα μέλη του μάρτυρος,για να τον εκβιάσουν να ομολογήσει πίστη στο Ισλάμ. Ύστερα τον πλάκωσαν στο στήθος με το πιο βαρύ τουμπρούκι της φυλακής πιέζοντάς τον να πει την αντίχριστη ομολογία. Ο Άγιος αντίθετα ομολογούσε πίστη στον Χριστό και Τον παρακαλούσε να τον βοηθήσει δια πρεσβειών του Αγίου Μεγαλομάρτυρος Γεωργίου, ο οποίος εόρταζε την επόμενη ημέρα.
Επειδή οι βασανιστές άναψαν από θυμό εξαιτίας της ομολογίας του Αγίου, του τράβηξαν έξω τη γλώσσα και την έκαψαν με πυρωμένο σίδερο μέχρι και τον λάρυγγα, ώστε ο Άγιος να μείνει άλαλος. Λόγω του ότι δεν είχε γλώσσα για να ομολογήσει, πάσχιζαν να λάβουν τη συγκατάθεσή του έστω με νεύμα της κεφαλής. Κι επειδή ούτε αυτό έγινε, του έσφιξαν δυνατά με ένα σκοινί το κεφάλι και τον παίδευαν ώρα πολλή και του χάλασαν και τον ένα οφθαλμό. Τέλος, απελπισμένοι και απογοητευμένοι του φόρεσαν στο κεφάλι ένα πυρακτωμένο τάσι, με αποτέλεσμα ο Άγιος να μείνει κάτω αναίσθητος, νεκρός όπως νόμιζαν. Τον άφησαν κάτω και περίμεναν να έλθει ο αγάς.
Κατά το απόγευμα κάποιος πραματευτής ρωμιός, που έκανε και τον γιατρό, πήγε στο κονάκι του αγά και με το θάρρος του γιατρού βρήκε ευκαιρία και από το παράθυρο της φυλακής θέλησε να μιλήσει στον μάρτυρα. Ο Άγιος, στο μεταξύ,θεραπευμένος με τη χάρη του Θεού, καθόταν και μιλούσε ανεμπόδιστα. Μη γνωρίζοντας ο πραματευτής τι του είχαν κάνει, συμβούλευε τον Άγιο να μένει σταθερός στην πίστη ό,τι βάσανα κι αν του κάνουν, για χάρη του Χριστού.
Και τι άλλο έχουν να μου κάνουν; του απάντησε ο Άγιος. Σήμερα μου έκαναν αυτό κι αυτό. Αλλά μη φοβάσαι, γιατί γνώρισα τη δύναμη του Χριστού. Ένα μόνο φοβούμαι, μήπως βαρεθούν να με βασανίζουν και μ’ αφήσουν, γι’ αυτό σε παρακαλώ να μεσολαβήσεις να μην αργοπορούν με το να με βασανίζουν αλλά να με θανατώσουν.
Πράγματι ο άνθρωπος τους προέτρεψε και τους έδωσε και φιλοδώρημα αλλά εκείνοι περίμεναν τον αγά. Ο αγάς επέστρεψε το βράδυ αλλά δεν ασχολήθηκε με την υπόθεση.
Το πρωί πήγε πάλι ο πραματευτής στο κονάκι του αγά και μιλούσε από το παράθυρο με τον μάρτυρα. Άκουσε ο αγάς τη φωνή του Λάζαρου και απόρησε πως είναι ζωντανός. Κάλεσε με θυμό τους στρατιώτες του, οι οποίοι του παρέστησαν λεπτομερώς τι του έκαναν και πώς τον θανάτωσαν. Τον έφεραν μάλιστα μπροστά του, όπου είδε με τα μάτια του τις φρικτές πληγές των βασάνων. Κατάλαβε καλά πως αυτό ήταν ενέργεια της χάριτος του Θεού αλλά από την άλλη μεριά ήταν τα χίλια γρόσια. Άρχισε πάλι τις κολακείες και τα σπουδαία ταξίματα. Ο γενναίος αθλητής του Χριστού Λάζαρος τα περιφρονούσε όλα λέγοντας :
Εγώ ένα μόνο Θεό, τρισυπόστατο προσκυνώ, και λατρεύω και στο όνομά του βαπτίστηκα και έγινα Χριστιανός. Έτσι και για το όνομά Του είμαι έτοιμος να πεθάνω και τίποτα δεν μπορεί να μεταβάλει τη γνώμη μου.
Τότε ο αγάς απελπισμένος διέταξε να τον κρεμάσουν. Πηγαίνοντας στον τόπο της καταδίκης ζητούσε συγχώρεση από τους Χριστιανούς. Οι δε Αγαρηνοί σ’ όλο τον δρόμο δεν σταμάτησαν να προσπαθούν να τον τουρκίσουν, χωρίς όμως αποτέλεσμα. Όταν έφθασαν, ο Άγιος και πάλι με θάρρος ομολόγησε τον Χριστό, με αποτέλεσμα να προξενήσει καταισχύνη και απογοήτευση στους Τούρκους. Κανένας δεν τολμούσε να βάλει τη θηλιά στον λαιμό του Αγίου. Πίεσαν τους παριστάμενους Χριστιανούς να το κάνουν αλλά κι αυτοί με κανένα τρόπο δεν δέχονταν. Βλέποντας ο μάρτυς αυτήν την κατάσταση πέρασε ο ίδιος με τα ευλογημένα χέρια του το σκοινί στον λαιμό του και ανέβηκε πάνω σε ένα κοφίνι.
Έτσι τον απαγχόνισαν στις 23 Απριλίου 1802 σε ηλικία 28 ετών.
Εικ. από εδώΟι Χριστιανοί παρατήρησαν πως τρεις φορές ανέβηκε και κατέβηκε το Άγιο λείψανο με το σκοινί, χωρίς να το αγγίξει χέρι, όπως ανεβοκατεβάζει κανείς κανδήλα. Και το πρόσωπο του Αγίου έστρεφε προς την ανατολή, μ’ όλο που το γύριζαν επανειλημμένως οι μιαροί προς τη δύση και τα μάτια του ήσαν ανοιχτά και ούτε μύγα δεν πείραζε το τίμιο σώμα του.
Ο αγάς διέταξε να μείνει κρεμασμένος ο Άγιος μέχρι να διαλυθεί το λείψανό του. Όμως κάποιος άνθρωπος του Σουλτάνου, που βρέθηκε εκεί, έπεισε τον άφρονα να επιτρέψει την ταφή, διότι έτσι κρεμασμένος δοξαζόταν ως νικητής και θαύματα γίνονταν κι ο Τούρκος ήταν ο ηττημένος. Έτσι δόθηκε η άδεια της ταφής.
Ο ιερομόναχος Αυξέντιος που ήταν στην ταφή είπε ότι έλυσε τα δεμένα χέρια του Αγίου και ήσαν απαλά σαν να είχε μόλις ξεψυχήσει. Αυτός του έκλεισε και τα μάτια.
Μετά από χρόνια κάποιοι γεωργοί πήγαν να θάψουν κάποιον στον τάφο του Αγίου χωρίς να το ξέρουν και μόλις άνοιξαν τον τάφο βγήκε μια άρρητη ευωδία. Έτρεξαν τότε και το ανήγγειλαν και εκείνοι που γνώριζαν τον τάφο του Αγίου νεομάρτυρος Λαζάρου συγκέντρωσαν με ευλάβεια τα λείψανά του και με συμβουλή ενός Αγιορείτη από την Παντοκράτορος τα τοποθέτησαν κάτω από την Αγία Τράπεζα του ναού.
Δείτε επίσης
Συμπλήρωμα
Orthodox Mission Of Tanzania ΣΤΟΝ ΟΡΘΟΔΟΞΟ ΑΜΠΕΛΩΝΑ ΤΗΣ ΑΦΡΙΚΗΣ "ΚΥΡΙΕ εσύ που νήστεψες 40 ημέρες στην έρημο, δώσε μας δύναμη να ...